| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 

 

Παρασκευή, 09/12/2022

 

 
Η Ελλάδα αποτελεί την προτιμώμενη αγορά της JP Morgan από την περιοχή των αναδυόμενων αγορών της Ευρώπης για το 2023, όπως σημειώνει σε νέα της έκθεση, όπου αποφάσισε όπως παραδέχεται για πρώτη φορά μετά από πέντε χρόνια να αλλάξει τη στάση της σε θετική κυρίως λόγω των αναπτυξιακών "όπλων" που διαθέτει η ελληνική οικονομία. Παράλληλα, τοποθετεί τη μετοχή της Alpha Banks στη λίστα του top 10 των μετοπών της περιοχής της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής (CEEMEA), την πρώτη ελληνική μετοχή που μπαίνει σε αυτή τη λίστα από το 2014, όπως τονίζει.
 

 
Πιο αναλυτικά, όπως σημειώνει η JP Morgan (την έκθεση παρουσιάζει η Ελευθερία Κούρταλη στο capital.gr), με το 2023 να προβλέπεται ένα δύσκολο έτος για την παγκόσμια οικονομία και ειδικά για την περιοχή των CEEMEA, τουλάχιστον στο πρώτο εξάμηνο, η Ελλάδα μοιάζει με ένα πιο προβλέψιμο μακροοικονομικό υπόβαθρο με αυξανόμενη κερδοφορία στον τραπεζικό τομέα. 
 
Έτσι εκτιμά πως υπό το θετικό της σενάριο ο δείκτης MSCI της Ελλάδας θα σημειώσει άνοδο της τάξη του 15% από τα τρέχοντα επίπεδα το επόμενο έτος, ενώ συμφώνα με το βασικό της σενάριο η άνοδος θα είναι της τάξης του 8%. 
 
Η Bull case για τον δείκτη υποστηρίζεται από το ότι η Ελλάδα έχει μικρότερο αντίκτυπο από άλλες χώρες της ΕΕ από τις υψηλές τιμές του φυσικού αερίου, οι προοπτικές ανάπτυξης για το 2023 φαίνονται ισχυρές καθώς τα κεφάλαια της ΕΕ ρέουν, η εκκαθάριση των ισολογισμών  των τραπεζών έχει ολοκληρωθεί σε μεγάλο βαθμό και οι τοποθετήσει των επενδυτών είναι ακόμα περιορισμένες.
 
Στους κινδύνους τοποθετεί το μικρό μέγεθος της ελληνικής αγοράς που την κάνει ευάλωτη καθώ και την μακροπρόθεσμη δυναμική ανάπτυξης.
 
Σε ότι αφορά την Alpha Bank που αποτελεί πλέον μία από τις 10 κορυφαίες επιλογές της JP Morgan από την περιοχή, τονίζει πως η εκκαθάριση που έχει κάνει στον ισολογισμό της υποτιμάται από τους επενδυτές των αναδυόμενων αγορών και είναι φθηνότερη από τις περισσότερες τράπεζες της ΕΕ, ενώ έχει ισχυρά περιθώρια αναδύω μεσοπρόθεσμα ανοδικά δεδομένου του υπομοχλευμένου ιδιωτικού τομέα.
 
Η JP Morgan παραδέχεται πως δεν έχει ασχοληθεί πολύ με την ανάλυση της ελληνικής χρηματιστικής αγοράς, στο πλαίσιο της στρατηγικής της για την περιοχή της Κεντρικής και Ανατολική Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής. Όπως εξηγεί, ήταν και εξακολουθεί να είναι ένα μικρό μέρος του σύμπαντος, με βάρος 2,1% στον δείκτη MSCI EMEA και 0,30% στον MSCI Αναδυόμενων Αγορών. 
 
Η αμερικάνικη τράπεζα εξέτασε την τελευταία εκτενή της έκθεση για την Ελλάδα η οποία ήταν το 2017 ("Ελλάδα- παραμένουμε ουδέτεροι", με ημερομηνία 24 Φεβρουαρίου 2017). 
 
"Την θεωρούσαμε μια αγορά υψηλού ρίσκου όπου δεν είχαμε ισχυρή άποψη", παραδέχεται η JP Morgan. "Τώρα, έχουμε κάποιες ισχυρότερες απόψεις: η διαδικασία επιδιόρθωσης των ισολογισμών των τραπεζών ολοκληρώθηκε με επιτυχία, επιτέλους, και το μακροοικονομικό υπόβαθρο είναι και θετικό και πιο ανθεκτικό στην ευρωπαϊκή ύφεση έναντι ων περισσότερων χωρών της περιοχής της Κεντρικής Ευρώπης.
 
Το παρελθόν ανήκει στο… παρελθόν (ευτυχώς) 
 
Από τη μακροοικονομική πλευρά, τη δεκαετία του 2010 το κατά κεφαλήν εισόδημα στην Ελλάδα να είχε μειωθεί κατά 28% (από την κορύφωση του 2007 σε πραγματικούς όρους έως το 2020 στα χαμηλά την περίοδο της COVID-19) και είναι ακόμα 18% χαμηλότερα. Η πτώση αυτή είναι πραγματικά συγκρίσιμη μόνο με περιόδους εμφύλιων πολέμων, το τέλος της Σοβιετικής Ένωσης κ.λπ. "Οι ταπεινώσεις που υπέστη ο μέσος Έλληνας πολίτης περιλάμβαναν τα capital controls - δύσκολα εξηγήσιμο στο πλαίσιο ενός ενιαίου νομίσματος- που επιβλήθηκαν τον Αύγουστο του 2015 και διήρκεσαν αν και με φθίνοντες περιορισμούς για τέσσερα χρόνια", όπως σημειώνει.
 

 

Το μέλλον είναι εδώ - και περιλαμβάνει μια πιο βέβαιη πορεία ανάπτυξης σε σχέση με τις υπόλοιπες οικονομίες
Η πορεία ανάκαμψης της Ελλάδας, όπως επισημαίνει η JP Morgan, φαίνεται πιο ξεκάθαρη και σίγουρη στον απόηχο του πακέτου βοήθειας της ΕΕ μετά τhν COVID. Επιπλέον, οι σχέσεις Ελλάδας-ΕΕ έχουν βελτιωθεί έντονα υπό την κυβέρνηση της Νέα Δημοκρατίας μετά τις εκλογές του 2019. Η Ελλάδα μπόρεσε να κερδίσει ένα καλό μερίδιο από τα κονδύλια της ΕΕ (NGEU) που θα βοηθήσουν το επόμενο σκέλος της ανάπτυξης. "Συμφωνούμε με την εκτίμηση του ΔΝΤ ότι οι μεταρρυθμίσεις που υποστηρίζονται και χρηματοδοτούνται από το NGEU είναι ζωτικής σημασίας για την ώθηση της διαρθρωτικής ανάπτυξης υψηλότερα", όπως σημειώνει η JP Morgan. Το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της κυβέρνησης έχει ήδη εκταμιεύσει 1,8 δισ. ευρώ (περίπου 1% του ΑΕΠ) με άλλα 8 δισ. ευρώ σε έργα σε προηγούμενα στάδια. Συνολικά, η κυβέρνηση σχεδιάζει 32 δισ. ευρώ δαπανών το 2021-2026.
 

Η καταστροφή της προηγούμενης δεκαετίας άφησε τον ελληνικό ιδιωτικό τομέα υπομοχλευμένο με το εταιρικό χρέος του μη χρηματοπιστωτικού τομέα και το χρέος νοικοκυριών/ΑΕΠ να είναι από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη. Η JP Morgan βλέπουμε αυτά τα χαμηλά επίπεδα χρέους του ιδιωτικού τομέα ως ευκαιρία για τις ελληνικές τράπεζες. Οι χαμηλές αποτιμήσεις των ελληνικών τραπεζών συνεπάγονται περιορισμένη εμπιστοσύνη σε αυτή τη μεσοπρόθεσμη ανάκαμψη του δανεισμού, κάτι που δεν είναι ρεαλιστικό, σύμφωνα με την αμερικάνικη τράπεζα.
 
 

Greek Finance Forum Team

 

 

Σχόλια Αναγνωστών

 

 
 

 

 

 

 

 

 

 

 
   

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2022 Greek Finance Forum